νησί

νησί
île

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Regardez d'autres dictionnaires:

  • νησί — νησί, το και νήσος, η κομμάτι ξηράς μέσα στη θάλασσα: Ω φιλτάτη Πατρίς, ω θαυμασία νήσος, Ζάκυνθε (Κάλβος) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νησί — Τμήμα ξηράς που περιβάλλεται από νερά, είτε ωκεανού είτε θάλασσας, λίμνης ή ποταμού. Διακρίνουμε ένα ν. από μια ήπειρο από το μέγεθος: π.χ. η Γροινλανδία είναι νησί, ενώ η Αυστραλία θεωρείται ήπειρος. Στις συστηματικές ταξινομήσεις των νησιών… …   Dictionary of Greek

  • Νησί Ιωαννίνων — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 560 μ.), στην επαρχία Δωδώνης του νομού Ιωαννίνων. Βρίσκεται σε ένα γραφικό νησάκι μέσα στη λίμνη και στα Α της πρωτεύουσας. Ήταν έδρα της ομώνυμης πρώην κοινότητας (4 τ. χλμ.). Η μονή Αγίου Νικολάου Ντίλιου (τέλη 11ου –… …   Dictionary of Greek

  • νησί — ναῦς ship fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαν, νησί του- — Νησί, αυτοδιοικούμενη κτήση του Βρετανικού Στέμματος, στην Ιρλανδική θάλασσα. Βρίσκεται περίπου στο μέσον της απόστασης μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Αγγλίας. Περιλαμβάνει επίσης τη νησίδα Καφ οφ Μαν, στη νοτιοδυτική ακτή.Η πρωτεύουσα του ν.τ.Μ.… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάνδρου, νησί — Νησί στον Ανταρκτικό ωκεανό, στη θάλασσα Μπελιγκσχάουζεν, δυτικά της χερσονήσου Πάλμερ της Γης του Γκράχαμ, από την οποία το χωρίζει ο πορθμός Γεωργίου ΣΤ’. Έχει μήκος 420 χλμ., πλάτος 90 έως 180 χλμ. και η ψηλότερη κορυφή φτάνει τα 3.145 μ.… …   Dictionary of Greek

  • Ιωαννίνων, νησί — Νησί (347 κάτ.) που βρίσκεται στη λίμνη των Ιωαννίνων, στα Α της πόλης. Τη βυζαντινή περίοδο χτίστηκαν στην περιοχή του νησιού μοναστήρια με αξιόλογες εκκλησίες και τοιχογραφίες. Το παλαιότερο μνημείο είναι το καθολικό της μονής του Αγίου… …   Dictionary of Greek

  • Αχιλλέα, νησί του- — Νησί στον Εύξεινο Πόντο, απέναντι από τις εκβολές του ποταμού Δούναβη και σε απόσταση 24 μιλίων από τη στεριά. Είναι βραχώδες και γνωστό από τα αρχαία χρόνια. Ανήκει στη Ρουμανία από το 1879 και ονομάζεται Insula Serpilar (Φιδονήσι). Έχει… …   Dictionary of Greek

  • Πρίγκιπα Εδουάρδου, νησί του- — (Prince Edward Island). Επαρχία του νοτιοανατολικού Καναδά, στο νότιο τμήμα του Κόλπου του Σεντ Λόρενς, η οποία αποτελείται από το ομώνυμο νησί και από πολυάριθμα άλλα νησάκια και σκοπέλους. Έχει έκταση 5.660 τ. χλμ. Πρωτεύουσα είναι η Σάρλοταουν …   Dictionary of Greek

  • Ανάληψης, νησί της- — (Ascension). Νησί (88 τ. χλμ., 712 κάτ. το 1998) που βρίσκεται στην ατλαντική υφαλορράχη, σε 7° 56’ νότιου πλάτους και 14° 22’ δυτικού μήκους Γκρίνουιτς. Το ανακάλυψαν οι Πορτογάλοι την ημέρα της Αναλήψεως του 1501, έμεινε όμως ακατοίκητο έως το… …   Dictionary of Greek

  • Πάσχα, νησί του- — (Papa Nui). Νησί της Χιλής στον νοτιοανατολικό Ειρηνικό (180 τ. χλμ.) ενωμένο στην επαρχία Βαλπαραΐσο. Βρίσκεται απομονωμένο στον απέραντο ωκεανό, έχει σχήμα τριγώνου, στις κορυφές του οποίου υψώνονται τρεις ηφαιστειακοί κώνοι (ο ψηλότερος είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”